

Για να πάρει απόφαση ο Δίας να καταστρέψει το ανθρώπινο γένος, κάτι θα ήξερε...
Να λοιπόν ο κατακλυσμός του Δευκαλίωνα, να πλημμύρες και συμφορές και μια πόλη εκεί ψηλά στον Παρνασσό, πνίγηκε στο νερό. Οι κάτοικοι για να σωθούν - έτσι λέει ο μύθος - έφτιαξαν μια άλλη ψηλότερα και την ονόμασαν Λυκώρεια, που σημαίνει: «οι κραυγές των λύκων»…
Στα κατοπινά χρόνια και μέσα από την λαϊκή παράδοση φτάνουμε στην ονομασία Λιάκουρα. Είναι η ψηλότερη κορφή του Παρνασσού, στα 2.456m.

Σας έχω πει στο αφιέρωμα για το Κωρύκειο Άντρο τι μου «είπε» ο Παυσανίας: «Τράβα στις στράτες του Γεροντόβραχου, του Φτερόλακα, της Αρνόβρυσης και "τις είδε;" μπορεί να βρεις τη νύμφη που ψάχνεις»... Έτσι κι αλλιώς χαμένη είναι.....
Το πρωί λοιπόν της 16ης του Σεπτέμβρη, έβαλα πρώτη στις 8:10. Μια αλλαξιά, ένα λίτρο νερό, ένα σάντουιτς, το μπατονάκι μου κι ένα σφίξιμο στο στομάχι που με συντροφεύει εδώ και καιρό. Έχω να πεζοπορήσω ένα χρόνο.... Πάλι, λοιπόν, στο ίδιο «μονοπάτι». Γερολέκας τότε και «Νεραΐδοσπηλιά».

Στις 10:15 ήμουν στην Αράχοβα. Πέρασα μπροστά από το σπίτι της Ζέτας στο Λιβάδι και μετά έκανα δεξιά για το χιονοδρομικό του Παρνασσού. Έφτασα στα Κελάρια... Ρώτησα για τον προορισμό μου. Μου είπαν θα πας στον Φτερόλακα....
Απόρησα πως ένα τόσο γνωστό χιονοδρομικό κέντρο έχει ένα τόσο κατεστραμμένο ασφαλτόδρομο. Έως επικίνδυνο. Μεγάλα κομμάτια ασφάλτου έχουν πάει περίπατο... τέλος πάντων. Μπήκα στον χωματόδρομο μετά τις εγκαταστάσεις (38.566262, 22.588434). Σε 8 Km περίπου από εδώ, με ένα δρόμο σωστό πετροβολόνα, έφτασα στη «βάση» της Λιάκουρας (38.530419, 22.618293). Ώρα 12:45, θερμοκρασία 10oC, υψόμετρο 2.270 m., καθόλου αέρας, λιακάδα, ορατότητα χιλιομέτρων. Μια χαρά.



Ξεκίνησα στις 12:50... Κόκκινα σημάδια, καλογραμμένο το μονοπάτι, γαΐδουροανηφόρα, με κλίσεις έως 45ο. Σταθερή Β-ΒΑ κατεύθυνση.
Ταμπούρλο οι σφυγμοί, τα ποδάρια βαριά, έκανα 15 στάσεις δευτερολέπτων (από τις φωτο το συμπέρανα). Αλλά το "τις είδε" πάνω απ’ όλα…




